logoΟ Πολιτιστικός Σύλλογος Καλής Βρύσης ιδρύθηκε το 1983, με σκοπό την διάσωση, διατήρηση και διάδοση του τοπικού λαϊκού πολιτισμού, που είναι πλούσιος σε ήχους, τραγούδια, χορούς και δρώμενα.

Από το 1983 μέχρι το 1999 ο σύλλογος ήταν ενεργός, Μετά την εκλογή νέας διοίκησης γίνεται μια νέα δυναμικότερη αρχή.

Αρχές του 2009 και μετά από δεκαετή θητεία η διοίκηση αποσύρεται και αναλαμβάνει καινούρια με νέους ανθρώπους γεμάτους όρεξη και αγάπη για τον Σύλλογο.

Ο Σύλλογος αριθμεί περισσότερους από 80 χορευτές οι οποίοι είναι χωρισμένοι σε τέσσερις χορευτικές ομάδες, οι οποίες διδάσκονται τη μουσικοχορευτική παράδοση του χωριού.

Διδάσκονται επίσης χοροί, τραγούδια, ήθη και έθιμα από όλη την Ελλάδα.

Από τη Θράκη, την Ήπειρο, την ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας, παράλια της Μικράς Ασίας, Καππαδοκία, Θεσσαλία και Νησιά. Δυνατό και αναπόσπαστο κομμάτι της παράδοσης του χωριού είναι η διδασκαλία των μουσικών τοπικών οργάνων, της γκάιντας και του νταχαρέ.

Γνήσιοι και αυτοδίδακτοι οι γέροντες της μουσικής παράδοσης της Καλής Βρύσης, μεταδίδουν τις γνώσης τους στους νεότερους οι οποίοι δείχνουν αγάπη και ζήλο για τη συνέχεια αυτής.

Γίνεται σημαντική καταγραφή και συλλογή των παραδοσιακών τραγουδιών, τα οποία παρουσιάζει η παραδοσιακή χορωδία του Συλλόγου.

Σημαντικές οι συμμετοχές των ομάδων μας σε διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις του χωριού, του Δήμου Προσοτσάνης, του Νομού Δράμας αλλά και έξω απ’αυτόν, με κορυφαία τη συμμετοχή του Συλλόγου στην τελετή λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας το 2004.

Καθ’όλη την διάρκεια του χρόνου οι Καληβρυσιώτες τηρούν τα έθιμα των προγόνων, τα περνούν αναλλοίωτα στις επόμενες γενιές, οι οποίες γνωρίζουν καλά την βαριά και πλούσια κληρονομιά αυτού του τόπου.

Το Δ.Σ. του Συλλογου ειναι οι εξης:
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ΠΑΛΛΙΚΑΡΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ
ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ : ΚΑΛΛΙΑΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: ΧΑΡΙΖΑΝΗ ΕΛΙΣΑΒΕΤ
ΤΑΜΙΑΣ: ΚΑΛΛΙΑΣ ΑΓΓΕΛΟΣ
ΜΕΛΟΣ: ΑΒΡΑΜΗΣ ΠΕΤΡΟΣ
ΜΕΛΟΣ: ΓΡΑΜΜΑΤΗΣ ΚΩΝΣ/ΝΤΙΝΟΣ
ΜΕΛΟΣ: ΠΑΠΑΖΗΣ ΠΕΤΡΟΣ

ΜΕΛΟΣ: ΚΑΛΛΙΑΣ ΠΑΣΧΑΛΗΣ

ΧΟΡΟΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ: ΠΕΡΡΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ

Φορεσιές

foresia kalivrisiΟι φορεσιές της Καλής Βρύσης από το παλιά χρόνια ήταν ένα μέσο ένδυσης για τους κατοίκους του χωριού. Δεν υπήρχε η πολυτέλεια άλλης ενδυμασίας και έτσι το ράψιμο γινόταν μέσα στο χωριό. Το μαλλί που χρησιμοποιούσαν ήταν προβάτου το οποίο επεξεργάζονταν και έβαφαν οι γυναίκες και στη συνέχεια έραβαν τις φορεσιές. Όλα τα υφάσματα ήταν υφαντά.

Η φορεσιά του άντρα αποτελούνταν από την τραγιάσκα ή δίκοχο, από πουκάμισο χρώματος λευκού, γιλέκο και πατούρι μαύρο, το πόες - ζωνάρι σε λευκό ή μαύρο χρωματισμό, το κουπαράν (πανωφόρι) το οποίο φορούσαν μόνο το χειμώνα, μαύρες κάλτσες και τα γουρουνοτσάρουχα τα οποία αντικαταστάθηκαν με μαύρα δερμάτινα παπούτσια.

Η φορεσιά της γυναικάς αποτελούνταν από την μαντίλα, την οποία φορούσαν στο κεφάλι, το μεσοφόρι χρώματος λευκού, που στην άκρη του ήταν κεντητό και συνοδεύονταν από το σαλβάρι, από τη μέση και κάτω. Πάνω από το μεσοφόρι υπήρχε το αντερί, χρώματος μαύρο που στις άκρες του είχε κόκκινα ή βυσσινί σιρίτια. Στη μέση της γυναικάς δένονταν η ποδιά και συνοδεύονταν με μικρό λευκό μαντιλάκι. Πάνω από το αντερί φοριόνταν η γκούνια, αμανίκωτο πανωφόρι (χειμωνιάτικο). Στα πόδια υπήρχαν τσαρούχια τα οποία αντικαταστάθηκαν με μαύρα χαμηλά παπούτσια. Τέλος από την μια μεριά του ώμου μέχρι την άλλη κρεμούσαν χρυσές αλυσίδες με φλουριά.

Η φορεσιά του νέου κοριτσιού αποτελούνταν από τη μαντίλα, το μεσοφόρι, την μπούντα, η οποία ήταν βελούδινη και διαφόρων χρωμάτων και η ποδιά (όχι απαραίτητη) που συνοδεύονταν με μαντιλάκι όταν φοριόταν.

Οι κάλτσες που φορούσαν στα πόδια τους ήταν κεντημένες και την ενδυμασία ολοκλήρωναν τα τσαρούχια που αντικαταστάθηκαν με μαύρα χαμηλά παπούτσια.

Μουσικά όργανα

ΓΚΑΙΝΤΑ

ΓΚΑΙΝΤΑ

Παίζεται κυρίως στη Μακεδονία και στη Θράκη. Κατατάσσεται στα πνευστά όργανα που είναι φτιαγμένα από ξύλο και δέρμα ή στη κατηγορία των ασκών που παράγουν ήχο.
Πάνω στο ασκί ή τουλούμι, που συνήθως φτιάχνεται από δέρμα νεαρού προβάτου ή κατσικιού, στερεώνονται δύο ξύλινες φλογέρες. Ο μουσικός πριν παίξει φουσκώνει με αέρα το ασκί, που λειτουργεί σαν δεξαμενή αέρα, μετά φυσάει στις φλογέρες παίζοντας ταυτόχρονα δύο ήχους. Οι δύο φλογέρες (αυλοί) και το επιστόμιο γίνονται από ίδιο ξύλο (μηλιάς ή ήμερης κρανιάς). Προτιμούνται αυτά τα ξύλα, γιατί δεν έχουν ρόζους, είναι σκληρά και έχουν γλυκειά φωνή. Πολύ σπάνια χρησιμοποιούνται και ξύλα κερασιάς ή ροδιάς.
Ο μεγάλος αυλός έχει μήκος από 50 έως 70 εκατοστά, λέγεται "μπουρί" ή "μπάσο" ή "πάσο", αποτελείται από τρία κομμάτια και βγάζει μόνο μια νότα, το ίσο. Στα ενώματα των κομματιών τοποθετούνται τα "δαχτυλίδια" ,που μπορεί να είναι από κέρατο κατσίκας ή ελαφιού και ακόμα από μπρούντζο ή ασήμι.
Ο μικρός αυλός λέγεται "παρμακλούκι" ή "γκαιτανίτσα" , έχει 8 τρύπες μπροστά (κατ' άλλους 6) και μια πίσω και παίζει την μελωδία. Η πρώτη τρύπα από πάνω γίνεται πάντα πιο μικρή. Σ' αυτήν προσθέτουν καλάι που μικραίνει ακόμα πιο πολύ τη διάμετρο της, για να βγουν οι "σωστές φωνές".
Στο κάτω πλαϊνό μέρος αυτού του αυλού γίνονται δύο μικρές τρύπες που δεν πατιούνται με τα δάκτυλα, αλλά χρησιμεύουν για να κουρδίζεται το όργανο ανάλογα με την περίπτωση. Οι τρύπες αυτές είναι κλεισμένες με κερί και ανοίγουν μ' ένα μικρό αιχμηρό αντικείμενο, όταν χρειαστεί να μεταβάλλουμε τον ήχο.
Στο σωλήνα του επιστομίου που βρίσκεται μέσα στη γκάιντα υπάρχει ένα στρογγυλό πετσάκι που εμποδίζει τον αέρα να βγαίνει, όταν ο οργανοπαίκτης δεν φυσάει.
Το ύψος της τονικής γκάιντας εξαρτάται από το μέγεθος που έχει ο κοντός αυλός και το "γλωσσίδι" του.
Κύριο μέλημα του γκαϊντατζή είναι να συμφωνεί η τονική με το μπάσο. Όταν δεν συμβαίνει αυτό μετακινεί τα κομμάτια του μπάσου ώστε να συμφωνήσουν με τη τονική των τριών πρώτων τρυπών, και αν πάλι δεν συμφωνεί ανοίγει ή κλείνει τις μικρές τρύπες που βρίσκονται στο πλαϊνό μέρος του αυλού.
Χρησιμοποιείται το διατονικό γένος των διαστημάτων και κινούνται κυρίως στο πρώτο πεντάχορδο από την τονική.
Μεταχειρίζονται τα δάχτυλα του αριστερού χεριού εκτός από το μικρό και τα δάχτυλα του δεξιού χεριού εκτός από τον αντίχειρα. Το μικρό δάχτυλο του δεξιού χεριού πατάει σπάνια την έβδομη τρύπα από πάνω, ενώ η όγδοη δεν παίζεται ποτέ.
Σήμερα τα χωριά της Δράμας όπου συναντάμε την γκάιντα σαν βασικό όργανο είναι Βώλακα, Παγονέρι, Καλή Βρύση και Προσοτσάνη.

ΝΤΑΙΡΕΣ Ή ΝΤΑΧΑΡΕΣ

 ΝΤΑΙΡΕΣ Ή ΝΤΑΧΑΡΕΣ

Βασικό ρυθμικό όργανο που ανήκει στην κατηγορία των μεμβρανοφώνων. Συνήθως κατασκευάζεται από τους ίδιους τους οργανοπαίκτες, με κατσικίσιο δέρμα και το στεφάνι (ένα ξύλινο τελάρο) από ξύλο καρυδιάς, καστανιάς ή οξιάς.
Το τελάρο έχει ύψος συνήθως 5-6 εκατοστά και διάμετρο 20-40 εκατοστά. Το δέρμα κολλιέται ή καρφώνεται στην άκρη του κυλινδρικού σκελετού. Για να έχει αυτό το διαφορετικό χαρακτηριστικό ήχο, προσθέτουν γύρω – γύρω, στο στεφάνι, 6-10 ζιλιά (μεταλλικά κύμβαλα), ώστε με το χτύπημα του χεριού στη μεμβράνη, τα ζιλιά να κουνιούνται και έτσι ν΄ ακούγεται συγχρόνως και η μεταλλική κουδουνιστή φωνή της.
Όμως από χωριό σε χωριό και από οργανοπαίκτη σε οργανοπαίκτη ποικίλλουν οι διαστάσεις ανάλογα με το ηχόχρωμα της συνοδείας ή του παιξίματος.
Ο νταϊρές παίζεται μόνο με το δεξί χέρι, ενώ το αριστερό χρησιμεύει για την στήριξη του οργάνου. Τα χτυπήματα στον νταϊρέ είναι σε δυο θέσεις. Στο κέντρο όπου δίνει βαθύ ήχο με όγκο και συμπίπτει με τους ισχυρούς χρόνους του μέτρου, και στο άκρο όπου δίνει οξύτερο ήχο (σ΄ αυτό βοηθάνε και τα ζιλιά) και ταυτίζεται με τους αδύνατους ή «κόντρα» ήχους του μέτρου.
Στην περιοχή της Δράμας, χωριά που συναντάμε τον νταϊρέ είναι: Πετρούσα, Πύργοι, Βώλακας, Ξηροπόταμος, Μοναστηράκι, Καλή Βρύση, Προσοτσάνη και Παγονέρι.
Η μικρότερη μορφή του νταϊρέ είναι το ντέφι όπου όμως ο ρόλος του στη ρυθμική συνοδεία είναι πολύ μικρότερος. Χρησιμοποιείται σε θέσεις τονισμού με σταδιακά ηχοχρώματα (όξυνση, τρεμούλιασμα κτλ).
Οι ικανοί οργανοπαίκτες χρησιμοποιούν δεκάδες ηχητικές ποικιλίες και ιδιόρρυθμους τονισμούς, έτσι ώστε να προσδίδουν μια ιδιομορφία στο ύφος της ρυθμικής συνοδείας.

 

Βιβλιοθήκη

Δρώμενα Θεοφανείων στην Καλή Βρύση Δράμας

vivlio 16

Γεώργιος Ν. Αικατερινίδης, Έκδ. Κοινότητα Καλής Βρύσης, «Γ. Παπανικολάου Α.Β.Ε.Ε.», Αθήνα 1995.

Τραγούδια και μουσικά όργανα στην Καλή Βρύση Δράμας

vivlio 16

Γεώργιος Ν. Αικατερινίδης, Έκδ. Κοινότητα Καλής Βρύσης, «Γ. Παπανικολάου Α.Β.Ε.Ε.», Αθήνα 1997.

Πασχαλινό Δρώμενο στην Καλή Βρύση Δράμας

vivlio 16

Γεώργιος Ν. Αικατερινίδης, Έκδ. Εκπολιτιστικός Σύλλογος Καλής Βρύσης, «Γ. Παπανικολάου Α.Β.Ε.Ε.», Αθήνα 2000.